Κυριακή 5 Δεκεμβρίου 2010

"..Η σωστή εφαρμογή των κοινοτικών οδηγιών από νωρίς θα έσωζε τη χώρα ενωρίτερα..." .

Του Παναγιώτη Γεωργιάδη
Μέρος Α΄
Με αφορμή το Ασφαλιστικό και τη γενικότερη ισχύ των κοινοτικών οδηγιών στην Ελλάδα
ΟΙ «ΚΑΛΟΙ» ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ Η «ΚΑΚΗ» ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΕΝΩΣΗ
Η λάθος θεώρηση που μας μεταδίδουν οι Έλληνες πολιτικοί

Από την εποχή ακόμα της Συνθήκης του Μάαστριχ, που θυμάμαι τον εαυτό μου να ασχολείται με την Ευρωπαϊκή Ιδέα, για οτιδήποτε δυσάρεστο συνέβαινε στη χώρα, υπεύθυνη ήτανε πάντοτε η ΕΕ. Όλοι οι έλληνες πολιτικοί, ανεξαρτήτως κόμματος, εκμεταλλευόμενοι την «άγνοια» του πολίτη για την Ευρώπη και με μεγάλη ευκολία, απέδιδαν τα δεινά του τόπου στο Διευθυντήριο των Βρυξελλών.

Όποτε έπρεπε να παρθεί μια δύσκολη κι επώδυνη απόφαση για το λαό, το ταμείο έδειχνε «Ευρωπαϊκή Ένωση».. Πρόσφατο παράδειγμα η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για την εξίσωση των ορίων ηλικίας ανδρών – γυναικών στο Ελληνικό Δημόσιο. Η Ελληνική Κυβέρνηση τότε, προσέφυγε σε αυτό κατά της Επιτροπής με το σκεπτικό ότι η σύνταξη αυτή (στο ελληνικό δημόσιο) είναι «επαγγελματική» και όχι «κοινωνική», όπως τόσα χρόνια ενωρίτερα ίσχυε. Αν δεν προσέφευγε ο νομικός εκπρόσωπος της Ελλάδας με το σκεπτικό αυτό στο Ε. Δ. , το τελευταίο δεν θα είχε τη δικαιοδοσία να αποφασίσει (από τη Συνθήκη της Ρώμης) για την εξίσωση των ορίων ηλικίας. Ο (από-) χαρακτηρισμός αυτός δεν γίνεται εν’ μια νυκτί και περισσότερο δίχως πρότερη εθνική νομοθεσία.. το Δικαστήριο «αγνόησε» αυτή την αλήθεια των πραγματικών περιστατικών.

Η Συνθήκη της Ρώμης απαγορεύει δια ροπάλου την ανάμιξη, καθ’ οιονδήποτε τρόπου, της Επιτροπής και όλων των θεσμικών οργάνων της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένου και αυτού του Δικαστηρίου, στη διαμόρφωση και λήψη αποφάσεων που έχουν χαρακτήρα «κοινωνικής πολιτικής», όπως, μέχρι προ Ε. Δ., χαρακτηριζόταν οι συντάξεις στο δημόσιο. Σημειώνω ότι, προεκλογικά τόσο ο κ. Ανδρέας Λοβέρδος, όσο και ο καθηγητής κ. Αλέξης Μητρόπουλος επεσήμαναν την αλήθεια αυτή πλην όμως, μετεκλογικά η «θεώρηση» αυτή – για την οποία μιλάμε σήμερα – εν’ όψει Μνημονίου, ακύρωσε τη Νομική Επιστήμη, ακόμα και σαν υπόθεση εργασίας για πρωτοετείς φοιτητές.

Πάλι, οι κοινοτικές οδηγίες στην Ελλάδα πάσχουν εφαρμογής. Είτε μη ορθής εφαρμογής, είτε μη εναρμονισμού της Εθνικής νομοθεσίας με το κοινοτικό κεκτημένο, είτε ακόμα χειρότερα διότι δεν της κατανοεί η ελληνική διοικητική γραφειοκρατία (δημόσιοι υπάλληλοι), οι οδηγίες αυτές στη χώρα μας δεν εφαρμόζονται ποτέ προς όφελος του έλληνα πολίτη. Ό,που κι αν έχει εφαρμοσθεί κοινοτική οδηγία, με εναρμονισμό της εθνικής νομοθεσίας, τούτο γίνεται πάντα προς όφελος του Κράτους, της γραφειοκρατίας, των διαπλεκόμενων συμφερόντων και της διαφθοράς. Από την άλλη, όμως, οι κοινοτικές οδηγίες ως βασική αρχή τους έχουν την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη διασφάλιση των συμφερόντων και των δικαιωμάτων του Ευρωπαίου πολίτη.

Ο κανονισμός 883/2004 για τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης στην ΕΕ, που έχει υποχρεωτική ισχύ και στην Ελλάδα τρία έτη μετά (από το 2008), έρχεται προς αντικατάσταση του κανονισμού 1408/71. Ωστόσο κι ενώ σε όλη την Ευρώπη – ακόμα και σε χώρες που εισήλθαν κατόπιν από το πρώην ανατολικό μπλοκ – η οδηγίες αυτές κατέστησαν μέρος της εθνικής νομοθεσίας, στην Ελλάδα δεν συνέβη αυτό. Κι έτσι, έχουμε το τραγικό οι μεν  ξένοι ευρωπαϊκοί φορείς να απευθύνονται στους ελληνικούς με το νέο κανονισμό, οι δε ελληνικοί να απαντούν στα νομικά πλαίσια του προηγουμένου.

Η τραγική αυτή κατάσταση που επικρατεί στο ασφαλιστικό της χώρας και σε καμία περίπτωση δεν είναι αποτέλεσμα των κοινοτικών οδηγιών, είναι απόρροια των εθνικών πολιτικών που κατακρεούργησαν τα ταμεία και οδήγησαν τους εργαζόμενους στην «κοινωνική πενία». Αν τελικώς, στην πραγματικότητα, εφαρμόζονταν στη χώρα οι κοινοτικές οδηγίες όπως κανονικά – στο πνεύμα και τα χρονικά πλαίσια –  έπρεπε, σήμερα η κατάσταση θα ήταν σίγουρα διαφορετική.

Η «αλήθεια» των ελλήνων πολιτικών ότι «για τις δύσκολες αποφάσεις στη χώρα ευθύνεται η ΕΕ» δεν ευσταθεί. Είναι ένα απροκάλυπτο ψεύδος που υποδηλώνει την άκρατη ενοχή τους. Παράγοντες, μάλιστα, της ΕΕ ευθέως πια μιλούν, ανοιχτά και δημόσια, για την αλήθεια των πραγματικών περιστατικών. «Ερωτήματα ενοχής» δεν επισκιάζουν τις ψυχές και τη διάνοια των ελλήνων πολιτικών αλλά, πλανώνται και ως «διακαείς πόθοι» στο Διευθυντήριο των Βρυξελλών..

«..τι θα λέγανε, άραγε, οι έλληνες αν μαθαίνανε ότι η παραγραφή και η ασυλία των πολιτικών δεν υφίσταται για αδικήματα ξεπλύματος μαύρου χρήματος, μέχρι και δεκαπέντε έτη πριν; …»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου